Εισαγωγή
Από την εποχή που εμφανίστηκαν τα πρώτα μικρόμυαλα ανθρωποειδή, οι αυστραλοπίθηκοι, ως τις μέρες μας έχει μεσολαβήσει ουσιαστικά μόνο μια στιγμή στην ιστορία του σύμπαντος. Η στιγμή αυτή είναι εκπληκτική, ειδικά αν αναλογιστούμε την ανθρώπινη πρόοδο στη διάρκεια των δυο τελευταίων αιώνων. Ενώ οι δυο παγκόσμιοι πόλεμοι κλόνισαν σοβαρά την πίστη στις ανθρώπινες ικανότητες, η τρομακτική αύξηση του ελέγχου που ασκεί ο άνθρωπος πάνω στη φύση, έχει δημιουργήσει αξεπέραστα ηθικά διλήμματα, σε σημείο μάλιστα που ίσως μελλοντικά χρειαστεί να επαναπροσδιοριστεί το κατεξοχήν φιλοσοφικό ερώτημα: τι είναι ο άνθρωπος. Και αν κάποτε ο Οιδίποδας έλυσε το αίνιγμα της Σφίγγας, προσφέροντας έτσι μια κάποια απάντηση στο βασανιστικό αυτό ερώτημα, η πορεία προς την αυτοσυνειδησία δε σταμάτησε βέβαια στην αυτοτύφλωση του Οιδίποδα.
Στην προσπάθεια να οριστούν τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, έχουν χρησιμοποιηθεί διάφοροι όροι που περιγράφουν συγκεκριμένες δραστηριότητες και φυσικά δεν εξαντλούν όλες τις διαστάσεις της ανθρώπινης δομής. Homo erectus, homo faber, homo politicus, homo violens είναι μερικοί από αυτούς. Ως homo bellicosus(=φιλοπόλεμος άνθρωπος) μπορούμε να ορίσουμε την αποτρόπαια εξέλιξη του homo violens, που απελευθερωμένος από κάθε λογής αναστολές εγκαινιάζει μια νέα μορφή ηθικής, την ηθική της έσχατης βίας. Όσο παράλογη και αν ακούγεται αυτή η διαπίστωση, υπάρχουν κανόνες που πλαισιώνουν τις πολεμικές συγκρούσεις, καθώς και συγκροτημένες αντιλήψεις και πρακτικές που οδηγούν στη συστηματική εξολόθρευση του αντιπάλου. Ο πόλεμος απηχεί τη θεσμοθετημένη βία και προϋποθέτει την ύπαρξη οργανωμένης επιθετικής συμπεριφοράς από ομάδες ατόμων με έντονη κοινωνική συνείδηση, που είναι αποφασισμένες για την τελική προσωπική θυσία. Αυτή βέβαια η εξιδανικευμένη εικόνα του πολέμου είναι πάντα η αρχή της φρίκης, αφού δεν αργεί να μεταμορφωθεί σε ένα παραλήρημα μίσους με σφαγές, βιασμούς και με ήδη προσχεδιασμένες γενοκτονίες. Το φρικιαστικό φαινόμενο του πολέμου είναι άρρηκτα δεμένο με την ιστορία της ανθρώπινης κοινωνίας. Βασισμένος στην ανεξάντλητη ικανότητά του για το κακό, ο άνθρωπος έχει σημαδέψει την ιστορία του με οδύνες και καταστροφές. Θρίαμβοι χωρίς αιματοχυσίες είναι σπάνιοι, ενώ από την άλλη θαυμαστά επιτεύγματα πολεμικής τεχνολογίας έχουν ενσωματωθεί με τέτοια πανουργία στην καθημερινή μας ζωή, ώστε να μη θυμίζουν την ασφυκτική οσμή του πολέμου και να θεωρούνται ως κάτι δεδομένο. Ο πόνος έχει χαράξει βαθιά τους αιώνες της ανθρώπινης προόδου. Τα ανώνυμα εκατομμύρια των ανθρώπων έζησαν και συνεχίζουν να ζουν μες την αθλιότητα. Και αν η ενασχόληση με το παρελθόν εμπνέει συχνά μια αυτονόητη αισιοδοξία, αφού μέσα από τις θαυμαστές πολιτιστικές δημιουργίες φαίνονται καθαρά τα στάδια της βιολογικής και κοινωνικής εξέλιξης του ανθρώπου, αψευδείς μαρτυρίες της συνεχούς βελτίωσης και προόδου, δεν παύει η όποια βεβαιότητα να βαδίζει δίπλα-δίπλα με την αισιοδοξία ή την άγνοια.
Το σκοτεινό παρελθόν της οργανωμένης βίας
Από τα πρώιμα ήδη στάδια της ιστορίας του, ο άνθρωπος έχει να επιδείξει εικόνες αυτοκαταστροφής. Ενδείξεις κανιβαλισμού κιόλας από την Παλαιολιθική Εποχή μαρτυρούν ότι θηράματα δεν ήταν μόνο τα άγρια ζώα αλλά και οι ίδιοι οι άνθρωποι. Αν και είναι αδύνατο να γίνει διάκριση μεταξύ τελετουργικού και χρησιμοθηρικού κανιβαλισμού σε τόσο μακρινές εποχές, δε θα έπρεπε τέτοιου είδους δραστηριότητες να συνδέονται αναγκαστικά με τη μικρή εγκεφαλική χωρητικότητα των πρώτων ανθρωποειδών. Άλλωστε, σύγχρονα εθνογραφικά παράλληλα προσδίδουν ένα μεταφυσικό χαρακτήρα στις λιχουδιές από ανθρώπινη σάρκα. Ουσιαστικά δε γνωρίζουμε τίποτα για τους κυνηγούς κεφαλών της απώτερης προϊστορίας, έτσι παραμένουμε αναγκαστικά στη φτωχή διαπίστωση πως κάποιες περιπτώσεις κακοποιημένων σκελετικών λειψάνων μαρτυρούν τη χρήση βίας, άγνωστης ως τώρα αιτιολογίας. Με οικονομία βασισμένη στο κυνήγι, οι παλαιολιθικοί επιβήτορες θα μπορούσαν εύκολα να αποφύγουν τις μεταξύ τους συγκρούσεις. Πριν από 10 χιλιάδες χρόνια περίπου, ο παγκόσμιος πληθυσμός υπολογίζεται ότι δεν ξεπερνούσε τα 10 εκατομμύρια άτομα. Κατοικήσιμος χώρος, κυνηγετικές περιοχές και θηράματα ήταν αγαθά που όλοι οι κάτοικοι του πλανήτη θα μπορούσαν να μοιραστούν αναίμακτα. Από τα λιγοστά μέχρι τώρα στοιχεία, οδηγούμαστε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι η βία είχε μάλλον συμπτωματικό παρά συστηματικό χαρακτήρα στη διάρκεια της Παλαιολιθικής Εποχής που έληξε πριν από 10 ως 12 χιλιάδες χρόνια. Η εικόνα αυτή φαίνεται να αλλάζει δραματικά την επόμενη περίοδο.
Οικολογικές και οικονομικές μεταβολές παγκόσμιας κλίμακας σηματοδοτούν το πέρασμα από το κυνηγετικό στο τροφοπαραγωγικό στάδιο. Η αρχαιολογία έχει καταφέρει να απομονώσει τις πρώιμες φάσεις αυτών των μεταβολών στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και της Μεσοποταμίας και να δικαιολογήσει την παρουσία και εξάπλωση των νέων μορφών οικονομίας και κοινωνίας ως μια εξελικτική διαδικασία με παγκόσμια ιστορική συνέχεια. Βασικός οικονομικός παράγοντας της νέας κοινωνίας που αναδύθηκε από τους πάγους της τελευταίας παγετώδους περιόδου αποτέλεσε η καλλιέργεια της γης και η εκτροφή ζώων. Ο άνθρωπος εξημέρωσε τη φύση και η φύση, με τη σειρά της, εξημέρωσε τον άνθρωπο. Η εγκατάσταση σε μόνιμους οικισμούς, η ανάπτυξη της επικοινωνίας και των ανταλλαγών, η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και η αύξηση του μέσου όρου ζωής, ήταν οι άμεσες συνέπειες της νέας σχέσης του ανθρώπου με τη φύση. Σε ένα ειδυλλιακό τοπίο, γεμάτο δάση και ρυάκια, που απλωνόταν από τις όχθες του Ευφράτη ως τις ακτές της Βόρειας Θάλασσας, οι άνθρωποι της Νεολιθικής Εποχής ζούσαν στα χωριά τους και καλλιεργούσαν σιτάρι και κριθάρι, ανυποψίαστοι εντελώς για τις συνέπειες της φιλήσυχης δράσης τους.
Ο βιβλικός μύθος και η αρχαιολογία του πολέμου
«Επικατάρατος η γη εν τοις έργοις σου. Εν λύπαις φαγή αυτήν πάσας τας ημέρας της ζωής σου. Εν ιδρώτι του προσώπου φαγή τον άρτον σου». Αυτά ήταν τα λόγια του Γιαχβέ προς τους πρωτόπλαστους, μια απίστευτης σκληρότητας θεία τιμωρία που μας κάνει να αναλογιστούμε σοβαρά τις συμφορές που πρόκειται να πλήξουν το ανθρώπινο γένος. Θα ακολουθήσει το πρωταρχικό έγκλημα, ο φόνος του Άβελ από τον αδερφό του Κάιν. Ενώ και οι δυο αφιερώνουν στο θεό τα διαλεκτά προϊόντα του μόχθου τους, η προσφορά του Κάιν δε γίνεται αποδεκτή, και αυτός οργισμένος σκοτώνει τον αδερφό του. Είναι πράγματι ενδιαφέρουσα η αντιστοιχία του εβραϊκού αυτού μύθου με τον αρχαιότερο σουμεριακό των Ταμούζ και Ενκίμντου. Στο τέλος της βιβλικής αφήγησης μαθαίνουμε κάτι ακόμη πιο παράδοξο: ο Γιαχβέ συγχωρεί τον Κάιν, ο οποίος επιστρέφει από την εξορία του, χτίζει μια πόλη και έτσι θεμελιώνει τον πολιτισμό. Παράξενη γενεαλογία αυτή που θέλει τον ανθρώπινο πολιτισμό στην αιώνια σκιά ενός εγκληματία! Ακόμη πιο παράξενη είναι και η ιστορική σύμπτωση όπως προβάλλεται μέσα από τα δεδομένα αρχαιολογικών ανασκαφών.
Οι πρώτες πόλεις ιδρύονται ήδη στις πρώιμες φάσεις της Νεολιθικής Εποχής, πριν από περίπου 10 χιλιάδες χρόνια. Η παραγωγή τροφής εξασφάλισε όχι μόνο την επιβίωση σε δύσκολες περιόδους, αλλά σταδιακά οδήγησε στον πλουτισμό. Η μόνιμη εγκατάσταση με τη συνακόλουθη βελτιωμένη και συστηματική διατροφή επέφερε ραγδαίες δημογραφικές εξελίξεις. Ο μέσος όρος ζωής αυξήθηκε κατά τουλάχιστον δυο χρόνια, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα πληθυσμιακές εκρήξεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στο Τσατάλ Χιουγιούκ, ο πληθυσμός αυξήθηκε τουλάχιστον 500% σε διάστημα οκτακοσίων χρόνων, ενώ έχουν εντοπιστεί οικιστικές μονάδες με πληθυσμό πάνω από 25 χιλιάδες κατοίκους. Ήδη από την 8η χιλιετία π.Χ. πολλοί οικισμοί οχυρώνονται με περιμετρικά τείχη ή τάφρους. Η ανάγκη καθορισμού και προστασίας της ιδιοκτησίας ήταν ένα από τα μοιραία επακόλουθα του νέου τρόπου ζωής. Τα παιδιά του Κάιν ανακαλύπτουν αργά και σταθερά όχι μόνο τον πολιτισμό αλλά και τον πόλεμο. Σε εύφορα εδάφη δημιουργούνται ψευδοκρατίδια, όπως διαπιστώνεται σε αρχαιολογικές θέσεις του Πολιτισμού Χαλάφ στη Συρία.
Εχθροί χωρίς όπλα υπάρχουν, όμως πόλεμος χωρίς όπλα δε γίνεται. Αιχμές δοράτων και βελών, λίθινοι πελέκεις και βλήματα σφεντόνας είναι πολύ συνηθισμένα ευρήματα ανασκαφών. Όπλα ικανά να σκοτώσουν ζώα είναι το ίδιο ικανά να αφαιρέσουν ανθρώπινες ζωές, με μια μικρή διαφορά: τα τελειότερα όπλα κατασκευάζονται πάντα για να αφαιρούν ανθρώπινες ζωές, αφού ο άνθρωπος είναι το πιο επικίνδυνο θήραμα. Η παρουσία μεγάλης ποσότητας από βλήματα σφεντόνας σε στρώματα καταστροφής οχυρωμένων νεολιθικών οικισμών έχει αναγνωριστεί ως ένα από τα πρώτα ενδεικτικά στοιχεία πολεμικών συμβάντων στην ιστορία της ανθρωπότητας. Όμως ήδη και σε αρχαιότερες εποχές βρίσκονται ενδείξεις ένοπλων αντιπαραθέσεων. Από την τέχνη των βραχογραφιών της Ισπανικής Ανατολής είναι γνωστές οι απεικονίσεις πολεμιστών με τόξα και βέλη. Αν δεν πρόκειται για πραγματικές συγκρούσεις, τότε ίσως θα μπορούσαν να σχετίζονται με μαγικές τελετές κυνηγιού. Επίσης στο Νεκροταφείο 117 στο Σουδάν βρέθηκε ομαδικός τάφος προ-νεολιθικής εποχής, που περιείχε κακοποιημένα σκελετικά λείψανα 59 ατόμων.
Η καταστροφή και ερήμωση οικισμών της 6ης χιλιετίας π.Χ. σε συνδυασμό με την ύπαρξη οχύρωσης και την εύρεση μεγάλου αριθμού από βλήματα σφεντόνας, δίνουν την εντύπωση κάποιων μοιραίων συμβάντων. Τέτοιες εικόνες καταστροφής προβάλλονται μέσα από τα ανασκαφικά δεδομένα των νεολιθικών οικισμών του Χάτσιλαρ και της Μερσίνας στη νότια Τουρκία, καθώς και του Σέσκλου στη Θεσσαλία και της Στάρας Ζαγοράς στη Βουλγαρία. Όποια και αν είναι η ετυμηγορία, το φαινόμενο του πολέμου είναι σίγουρα πολύ αρχαιότερο της γραφής. Εδαφικές και άλλου είδους διεκδικήσεις είναι πάντα οι κύριοι λόγοι των πολεμικών διενέξεων. Η ιδεολογία, είτε πολιτική είτε θρησκευτική, παίζει εδώ ένα καθοριστικό ρόλο, με το να ενισχύει την πίστη στην αυτοθυσία και την κοινωνική εχθρική στάση.
Η κοινωνική μάσκα του πολέμου
Τα ολέθρια δρομολόγια της οργανωμένης βίας ξετυλίγονται ανησυχητικά όσο το σκοτάδι της προϊστορίας υποχωρεί, για να αφήσει στο λυκαυγές της ιστορίας τη θλιβερή υποχρέωση της τεκμηρίωσης πολεμικών γεγονότων. Σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας, η βία διαθέτει πολύ συγκεκριμένες εξοντωτικές πρακτικές και ένα φοβερά αποτελεσματικό όπλο: την εξουσία. Θεοί του πολέμου υπάρχουν σε όλες τις μυθολογίες των αρχαίων λαών και απαιτούν από τους θνητούς όλο και περισσότερες αιματηρές θυσίες. Τα όπλα, εγκληματικά εργαλεία, θα φτάσουν να γίνουν παιγνίδια στα χέρια των παιδιών, αλλά και κάτι ακόμα πιο τρομακτικό: σύμβολα υποταγής και ψυχαναγκασμού. Και τα δυο αυτά στοιχεία συνυπάρχουν στην αρχαία ελληνική μυθολογία με ένα τρόπο απρόσμενα τυραννικό: ο Έρως είναι ο νεαρός φτερωτός θεός που με τα βέλη του ταλαιπωρεί τις καρδιές των ανθρώπων. Αν και η μυθική σκέψη θέλει τη βία να πηγάζει από θεϊκά καπρίτσια, άλλωστε ποτέ κανείς θνητός δεν κατάλαβε τις σκέψεις των θεών, στην ανθρώπινη κοινωνία η οργάνωση και άσκηση της κυριαρχίας οδηγεί σε άγρια ξεσπάσματα βίας με αναρίθμητες θηριωδίες. Στο βασίλειο του τρόμου ο άνθρωπος περιφρονεί το είδος του.
Μπορεί να απουσιάζουν οι άμεσες μαρτυρίες για την κοινωνική οργάνωση και τις δομές εξουσίας σε εποχές της απώτερης προϊστορίας, όμως υπάρχουν παραδείγματα που πείθουν ότι υπήρχαν σχήματα κοινωνικής ιεραρχίας ήδη πριν από την 4η χιλιετία π.Χ., πριν δηλαδή από την χρήση της γραφής. Οι κοινωνίες των μεγάλων αρχιτεκτονικών επιδόσεων, στην Αίγυπτο, τη Μεσοποταμία και την Κίνα, είχαν ανάγκη από χιλιάδες εργατικά χέρια, από αμέτρητους σκλάβους που θα πραγματοποιούσαν τα φιλόδοξα σχέδια των θεϊκών και πάντα άπληστων ηγετών τους. Εξάλλου, η μεταγενέστερη ανακάλυψη της γραπτής επικοινωνίας συνδέεται χρονολογικά με την ίδρυση των πρώτων αρχαίων βασιλείων και με την προσπάθεια καθυπόταξης και εκμετάλλευσης των ανθρώπων, με σκοπό τον εξαναγκασμό τους σε βαριές σωματικές εργασίες. Έτσι η χρήση της γραφής φαίνεται πως κάθε άλλο παρά αθώα είναι, αφού συμπίπτει με την επιβολή σε μεγάλο αριθμό ατόμων ενός συγκεκριμένου πολιτικού συστήματος και με τη δημιουργία μιας αυστηρής κοινωνικής ιεραρχίας. Βέβαια από την άλλη, τα Μεγαλιθικά μνημεία της δυτικής Ευρώπης δείχνουν ότι ήδη σε εποχές και περιοχές χωρίς γραπτές μαρτυρίες υπήρχαν κοινωνίες αρχιτεκτονικών επιδόσεων με δομές εξουσίας, που μάλλον πήγαζαν από ντόπια ιερατεία. Η χρήση των περισσότερων από αυτά τα μνημεία ως νεκροταφεία ή ως ιερά οικοδομήματα που σχετίζονται με τη νεκρολατρεία, φανερώνει την απίστευτη δύναμη και την ανελέητη καταπίεση που ασκούσαν τα πνεύματα των νεκρών πάνω στους ανυπεράσπιστους ζωντανούς.
Οι θρησκευτικές αντιλήψεις των λαών της προϊστορίας καλύπτονται με ένα πυκνό πέπλο μυστηρίου, και το ίδιο ισχύει για τις σχέσεις μεταξύ θρησκείας-πολιτικής εξουσίας-πολεμικής συμπεριφοράς. Πάντως η ανθρωπολογική έρευνα τείνει στο συμπέρασμα πως η πολεμική συμπεριφορά του ανθρώπου δεν προέρχεται από την κυνηγετική συμπεριφορά των παλαιολιθικών κυνηγών, αλλά αποτελεί προϊόν πολύπλοκων πολιτιστικών ζυμώσεων. Από αυτή την άποψη, η δημιουργία των πρωτοαστικών κοινωνιών και η εμφάνιση των πρώτων γραφειοκρατικών βασιλείων της Μέσης Ανατολής φαίνεται πως διευκόλυνε σε απίστευτο βαθμό την εξάπλωση των κρουσμάτων οργανωμένης βίας, με την υιοθέτηση κοινωνικής εχθρικής συμπεριφοράς. Η διάκριση μεταξύ επιθετικής και καταστρεπτικής συμπεριφοράς αφορά ασφαλώς μόνο τον άνθρωπο και όχι το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο. Σε απειλητικές καταστάσεις κινητοποιούνται συγκεκριμένα εγκεφαλικά κέντρα, τόσο στα ζώα όσο και στον άνθρωπο, τα οποία ενεργοποιούν μια σειρά από οργανικές αντιδράσεις, ώστε να αντιμετωπιστεί η απειλή. Ο αμυντικός αυτός μηχανισμός παύει να λειτουργεί όταν σταματήσει να υφίσταται απειλή. Όμως αυτό που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο είναι η καταστροφική επιθετικότητα που ξεπερνά κάθε απειλή και αποζητά το καθαρό έγκλημα. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει κανενός είδους «πολεμικό» ένστικτο, όπως παλιότερα πίστευαν, ούτε βέβαια ο πόλεμος αποτελεί τη σκοτεινή συνέχεια κάποιου ατέλειωτου παλαιολιθικού κυνηγιού, εκτός και αν κάποιος επιδιώκει να δικαιολογήσει την ανθρώπινη διαστροφή, χρησιμοποιώντας λογοτεχνικές μεταφορές ή δίνοντας σε γενοκτονίες και ολοκαυτώματα την προσωνυμία «τελικές λύσεις». Η ιστορία βρίθει από τέτοια παραδείγματα, και αν σκεφτεί κανείς ότι το εγχειρίδιο του κινέζου στρατηγού Σουν Τσου (6ο αιώνας π.Χ.) ακόμη διδάσκεται σε στρατιωτικές σχολές και τιτλοφορείται ως «η τέχνη του πολέμου», τέτοιου είδους χαρακτηρισμοί προφανώς διευκολύνουν το έγκλημα, όχι μόνο αποπροσωποποιώντας τον αντίπαλο, αλλά και βαπτίζοντας την ύστατη βία στα ύδατα της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Τα στοιχεία της έρευνας, όπως η παρουσία οχυρώσεων, η ύπαρξη όπλων, η καταστροφή και εγκατάλειψη οικισμών, η πληθυσμιακή αύξηση και οι έστω τοπικές εκλάμψεις μορφών εξουσίας, συνηγορούν για την εμφάνιση του «φιλοπόλεμου ανθρώπου» (=homo bellicosus) χιλιετίες πριν από την χρήση της γραφής. Με βάση νεώτερες θεωρίες τότε τοποθετείται χρονολογικά και η εξάπλωση των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Παρά το πλήθος των ιστορικών και εθνολογικών προβλημάτων που πλαισιώνουν αυτές τις γενικές θεωρίες, σίγουρο είναι ότι η γλωσσική επικοινωνία αποτελεί βασική προϋπόθεση της συμβίωσης και της συνεργασίας. Στην πάροδο του χρόνου, οι γλωσσικές διαφοροποιήσεις θα συνδεθούν στενά με αντίστοιχες κοινωνικές και εθνολογικές. Η διασπορά των γλωσσικών ομάδων ως αποτέλεσμα της πληθυσμιακής αύξησης και μετακίνησης εκφράζεται στην Παλαιά Διαθήκη μέσα από το μύθο του Πύργου της Βαβέλ και δείχνει ότι η σύγχυση που προκαλεί η έλλειψη επικοινωνίας οδηγεί πολλές φορές στους σκοτεινούς δρόμους της βίας.
Ο οικονομικός παράγοντας αποδεικνύεται ιδιαίτερα αναγκαίος για την εμφάνιση οργανωμένης βίας με τη μορφή πολεμικών συρράξεων. Οι οικονομικά ισχυρές κοινωνίες είναι αυτές που διεξάγουν πολέμους και πλουτίζουν από αυτούς. Εδώ ασφαλώς απαιτείται η ύπαρξη οργανωμένου στρατού που είναι σε θέση να πολεμήσει σε παράταξη μάχης, κάτι που οι Σουμέριοι γνώριζαν καλά, όπως φαίνεται σε αντικείμενα τέχνης της Πρώιμης Δυναστικής Περιόδου, στις αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ. Την επόμενη χιλιετία βλέπουμε τους λαούς και πολιτισμούς της Μεσογείου να μεταβάλλονται με γοργούς ρυθμούς, και ο πόλεμος να εξαπλώνεται σαν επιδημία. Οι αυτοκρατορίες των Αιγυπτίων και των Χετταίων θα αναμετρηθούν μεταξύ τους μέχρι τελικής καταστροφής, επινοώντας όσο το δυνατό φονικότερα όπλα και αποτελεσματικότερες μεθόδους πολιορκίας. Την ίδια εποχή, σε μια άλλη γωνιά της Μεσογείου οι Μυκηναίοι υψώνουν κυκλώπεια τείχη γύρω από τα ανάκτορά τους, αφήνοντας τους μεταγενέστερους να αναρωτιούνται για τον πραγματικό σκοπό τέτοιων μεγαλεπίβολων οχυρωματικών έργων. Παρόμοια ερωτήματα εγείρουν τα πολυάριθμα κάστρα που έχτισαν οι προϊστορικοί κάτοικοι της Σαρδηνίας, γνωστά ως «νουράγκι», που ίσως δικαιολογημένα θεωρούνται ως αντιπροσωπευτικά εποχών με βίαιες εμφύλιες διαμάχες.
Με όλες τις αναγκαίες επιφυλάξεις, η συμβίωση στους πρώτους μόνιμους οικισμούς του κόσμου φαίνεται μάλλον να ακολουθεί το μοιραίο νόμο της φυσικής πάλης. Το φαινόμενο του πολέμου αποδεικνύεται σίγουρα πολύ πιο σύνθετο από το να το ερμηνεύσουμε μόνο με βάση την ενστικτώδη ανθρώπινη επιθετικότητα ή μόνο ως αποτέλεσμα κοινωνικών συνθηκών. Ο πόλεμος είναι ένα πολιτιστικό φαινόμενο, αλλά υπάρχει και κάτι ακόμα που προσδίδει σε αυτή την αιώνια πάλη ένα ιδιαίτερο νόημα: η συμφιλίωση είναι πιο σημαντική από τη διαμάχη, το δεύτερο προπατορικό μας αμάρτημα.